Jump to content

Φωτισμός - Γενικά


Aquazone Team

Recommended Posts

Φωτισμός - Γενικά



του καθηγητή Γεράσιμου Πνευματικάτου και της Αγγελικής Σορομάνη

σε συνεργασία με τον Σταμάτη Χαλικιά

Το ενυδρείο μας πρέπει κανονικά να είναι πιστή απομίμηση της φύσης. Συμπεριλαμβανομένων όλων των υπολοίπων θα πρέπει να μιμούμαστε σωστά και τον φωτισμό. Στην φύση όμως η συμπεριφορά του φωτός είναι πολύπλοκη σε σχέση με τον φωτισμό που παρέχουμε εμείς στο ενυδρείο μας. Στην φύση ανάλογα με την περιοχή υπάρχουν ταυτόχρονα σκιερά μέρη ή και πολύ φωτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο. Επίσης κατά την διάρκεια της ανατολής και της δύσης του ηλίου ένα μεγάλο μέρος του φωτός δεν φτάνει καν στο νερό, εξαιτίας της κλίσης του ηλίου. Εκτός αυτού υπάρχουν ηλιόλουστες, συννεφιασμένες ή και βροχερές ημέρες άρα τα επίπεδα φωτός στην φύση εναλλάσσονται σε τακτά χρονικά διαστήματα.

Μια πολύ καλή λύση για την καλύτερη εξομοίωση του φωτός της φύσης στο ενυδρείο μας είναι φυσικά οι λάμπες με ηλεκτρονικό dimmer, με το οποίο μπορούμε να εξομοιώνουμε το φως της ανατολής και της δύσης του ηλίου. Το πλεονέκτημα της χρήσης αυτού του είδους λαμπάς είναι φανερό: λιγότερο άγχος στα ψάρια μας και γενικότερα σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς του ενυδρείου μας, σε σχέση φυσικά με το απότομο άνοιγμα του φωτός σε όλη του την ισχύ.

Για πόσο χρονικό διάστημα όμως θα πρέπει να έχουμε τις λάμπες του ενυδρείου μας καθημερινά αναμμένες; Στις τροπικές περιοχές η διάρκεια του φωτός της ημέρας είναι περίπου 10 έως 12 ώρες. Παρόλα αυτά κατά την διάρκεια της ανατολής και δύσης του ηλίου, ένα πολύ μικρό μέρος του φωτός φτάνει στο νερό. Άρα στις περιοχές προέλευσης των φυτών η ώρα που το φως δρα αποτελεσματικά στα φυτά είναι λιγότερη από την συνολική διάρκεια του φωτός της ημέρας. Επομένως φωτίζοντας το ενυδρείο μας περίπου 8 έως 10 ώρες ημερησίως, θα έχουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Επίσης καλό θα ήταν να μην υπάρχουν αλλαγές στην φωτοπερίοδο του ενυδρείου μας, δηλαδή την μια μέρα να έχουμε τις λάμπες για 10 ώρες αναμμένες και την άλλη για 12, γιατί με αυτόν τον τρόπο «χαλάμε» τον βιορυθμό των φυτών και των ψαριών μας και ταυτόχρονα μειώνουμε τον μέσο όρο ζωής των λαμπών μας. Σε περίπτωση που θέλουμε να κάνουμε μια τέτοιου είδους αλλαγή συνετό θα ήταν να την κάνουμε σταδιακά, να αυξάνουμε για παράδειγμα την φωτοπερίοδο 30 λεπτά της ώρας κάθε δυο τρεις μέρες. Έτσι άλλωστε θα έχουν το χρονικό περιθώριο να προσαρμοστούν τα φυτά και τα ψάρια μας σε αυτή την αλλαγή. Η χρήση των χρονοδιακοπτών στις λάμπες μας θεωρείται απαραίτητη, έτσι ώστε να μην υπάρχουν αποκλίσεις στις ώρες που ανάβουν και σβήνουν τα φώτα μας.

Επίσης πολύ θετικό για τα φυτά μας θα ήταν να καθιερώσουμε μια ημέρα την εβδομάδα «την ημέρα της βροχής». Πολύ απλά μια ημέρα δεν θα ανάψουμε καθόλου τα φώτα του ενυδρείου μας, έτσι ώστε να μπορέσει το σύστημα που διαθέτουν τα φυτά μας για την φωτοσύνθεση να «ξεκουραστεί και ανανεωθεί». Εξάλλου με την διακοπή του φωτός θα δημιουργήσετε και πρόβλημα σε οποιαδήποτε άλγη προσπαθεί να κάνει την εμφάνισή της στο ενυδρείο σας, διότι το σκοτάδι δεν ευνοεί την ανάπτυξή της.

Τέλος καλό θα ήταν όλοι μας να γνωρίζουμε τα βασικά χαρακτηριστικά τους φωτός και της μονάδες μέτρησης αυτών. Την φωτεινότητα του φωτός την μετράμε σε lux. Η φωτεινότητα στο φως του ηλίου φτάνει μέχρι και τα 100.000 lux ενώ στην σκιά πέφτει στα 10.000 lux. Σε ένα δωμάτιο που έχουμε ανάψει τα φώτα, η φωτεινότητα φτάνει μόλις τα 300 lux. Το ότι σε εμάς τους ανθρώπους αυτό το δωμάτιο φαίνεται ακόμα φωτεινό το οφείλουμε στην προσαρμοστικότητα των ματιών μας.

Την ενέργεια φωτός που δίνει μια πηγή φωτός στο χώρο την μετράμε σε lumen. Η ενέργεια φωτός 1 lumen που διαχέεται σε χώρο 1 τετραγωνικού μέτρου έχει φωτεινότητα 1 lux.

Την θερμοκρασία του φάσματος του φωτός την μετράμε σε Kelvin. Η θερμοκρασία του φάσματος του φωτός της ημέρας είναι περίπου 3.000 έως 6.000 Kelvin, με μέγιστη τιμή φυσικά κατά την διάρκεια του μεσημεριού.

Πολύ σημαντικό επίσης είναι το χρώμα του φωτός. Αυτό που εμείς βλέπουμε άσπρο κανονικά είναι ανάμιξη των χρωμάτων του φάσματος. Για παράδειγμα το πράσινο των φυτών το βλέπουμε, επειδή από το φάσμα του φωτός δεν απορροφούν το πράσινο αλλά το αντανακλούν. Τα φυτά φωτοσυνθέτουν καλύτερα στο κόκκινο φάσμα φωτός ενώ η άλγη στο μπλε.

Μεγάλη είναι η επίδραση του φωτεινού παράγοντα πάνω στη θαλάσσια πανίδα. Από τη διείσδυση των ακτινοβολιών εξαρτάται κατά ένα μεγάλο ποσοστό η κατανομή των Θαλάσσιων οργανισμών.

Η δυνατότητα διείσδυσης των ηλιακών ακτίνων στο νερό της Θάλασσας, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, κυρίως όμως από το μήκος κύματος των ηλιακών ακτινοβολιών, από το ύψος του ήλιου, από την κατάσταση στην όποία βρίσκεται ο ουρανός και από τη διαφάνεια της θάλασσας.

Το ηλιακό φως καθώς περνά μέσα από το νερό, αναλύεται στα επτά χρώματα της ίριδας, όπως όταν διέρχεται από το πρίσμα. Από τις ακτίνες του, οι πρώτες που απορροφούνται σε μικρό βάθος είναι οι ερυθρές, που όπως είναι γνωστό, χρησιμεύουν στη σύνθεση της χλωροφύλλης. Ακολουθούν οι κίτρινες, οι πράσινες και οι κυανές.

Σύμφωνα με παρατηρήσεις του Beebe σε βάθος 18 m εξαφανίζεται το ερυθρό φως, σε 100 μ το κίτρινο, σε 240 μ το πράσινο και στη συνέχεια η Θάλασσα παίρνει βαθύ κυανό χρώμα, μέχρι το 600 μ, όπου βασιλεύει βαθύ σκοτάδι και υπάρχει μόνο η βιοφωταύγεια, δηλαδή η ακτινοβολία φωτός από τους ίδιους τους οργανισμούς. Στα βάθη δηλαδή της Θάλασσας, δεν επικρατεί βαθύ σκοτάδι, αλλά υπάρχει μια φωταύγεια, ένας φθορισμός Που προέρχεται από φωτοβόλα ζώα. Τα ζώα αυτά εκπέμπουν φως ορισμένων αποχρώσεων, κυρίως πράσινο, άλλα και ερυθρό, ιώδες, κυανό κλπ. (οφίουρος, κοράλλια, αστερίες, μερικοί κρικωτοί σκώληκες κλπ.) και ζουν μόνο στη Θάλασσα και ποτέ στα γλυκά ύδατα.

Ανάλογα με το βαθμό διείσδυσης του φωτός στη Θάλασσα, διακρίνουμε τρεις ζώνες: α) την ευφωτική , β) τη δυσφωτική και γ) την αφωτική.

Στην ευφωτική ή φωτεινή ζώνη, όπου η διεισδυτικότητα είναι σημαντική και εκτείνεται μέχρι βάθους 80-120 μ, πραγματοποιείται η χλωροφυλλική φωτοσύνθεση για την οποία είναι απαραίτητες οι ερυθρές και κίτρινες ακτινοβολίες. Πιο κάτω και μέχρι βάθους 300- 600 μ, εκτείνεται η δυσφωτική ζώνη, όπου η διεισδυτικότητα των φωτεινών ακτινοβολιών είναι μικρή και φτάνουν οι πιο διαπεραστικές ακτίνες και γι αυτό γίνεται ακόμη φωτοσύνθεση σε χαμηλό όμως βαθμό. Πάντως ή αυτότροφη βλάστηση εξαφανίζεται στα 150 - 200 μ. Στην πράξη δηλαδή, κάτω από τα 200 μ δε σχηματίζεται χλωροφύλλη, οπότε μόνο φυτά χωρίς χλωροφύλλη και βακτήρια μπορούν να ζήσουν

Γι αυτό πέρα από το βάθος αυτό δε ζουν φυτοφάγα ζώα, αλλά μόνο σαρκοφάγα. Έτσι, η έλλειψη ή η παρουσία φωτός επιφέρει μεγάλες μεταβολές στην πανίδα της Θάλασσας. Κάτω από το βάθος των 600 μ εκτείνεται η αφωτική ή σκοτεινή ζώνη ή ζώνη της αβύσσου, όπου συναντούμε μόνο ετερότροφους οργανισμούς , όπως τα βακτήρια και τα σαρκοφάγα ζώα.

Το φως έχει μεγάλη βιολογική σπουδαιότητα. Δρα εμμέσως, στη φωτοσύνθεση με τη χλωροφύλλη, ή οποία μετατρέπει την ενέργεια της φωτεινής ακτινοβολίας σε χημική και ρυθμίζει το είδος και τη διάδοση της ζωής στη Θάλασσα. Ασκεί επίσης έναν άμεσο έλεγχο στους οργανισμούς. Έτσι, διακρίνουμε οργανισμούς οι οποίοι ‘αγαπούν’ το φως και ζουν στα επιφανειακά στρώματα της θάλασσας και οργανισμούς που αποφεύγουν το φως και ζουν στη σκοτεινή ζώνη, ενώ άλλοι ζουν άλλοτε στο φως και άλλοτε στο σκοτάδι.

Το φως είναι επίσης υπεύθυνο για πολλές κατακόρυφες μεταναστεύσεις των πλαγκτονικών οργανισμών. Πολλοί οργανισμοί μετακινούνται προς τα βαθύτερα στρώματα μέχρι και 100 μ, όταν το φως είναι έντονο, για να ανέβουν ξανά τη νύχτα. Κατά τη νύχτα, αλιεύονται στην επιφάνεια της Θάλασσας ποσότητες και ποικιλίες οργανισμών που την ημέρα βρίσκονται σε βαθύτερα στρώματα.

Το χρώμα τής θάλασσας δεν εξαρτάται μόνο από τη φωταύγεια του ουρανού και από το βαθμό διεισδύσεως των διαφόρων ακτινοβολιών, αλλά και από την περιεκτικότητα του ύδατος σε διαλυμένες ουσίες, αιωρούμενα σωματίδια, μικροοργανισμούς κλπ. Τα αλμυρότερα και θερμότερα ύδατα είναι σαφώς κυανά, ενώ τα ύδατα του Ατλαντικού πρασινωπά. Τα ύδατα της Μεσογείου, εξαιτίας της αλμυρότητάς τους, είναι κυανά, ενώ οι βόρειες θάλασσες είναι πρασινωπές. Μερικές φορές στο νερό αφθονούν μικροοργανισμοί οι οποίοι αλλάζουν το χρώμα της θάλασσας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του κόλπου της Καλιφόρνιας, όπου μερικά διάτομα είναι τόσο άφθονα, που κάνουν το νερό χρυσοκίτρινο επιφανειακά. Γενικά, τα σκοτεινά, κιτρινωπά ή ερυθρά ύδατα είναι πλούσια σε ζωή, γιατί αφθονούν σ' αυτά διάφοροι αιωρούμενοι οργανισμοί. Αντίθετα, τα κυανά και διαφανή ύδατα είναι φτωχά βιολογικώς.

Η διαφάνεια τής Θάλασσας παίζει σημαντικό ρόλο στη διείσδυση του φωτός και επηρεάζεται άμεσα από την ποσότητα των αιωρούμενων μορίων και του πλαγκτού.

Η διαφάνεια τής θάλασσας μετριέται με τη βοήθεια τού δίσκου Secchi. Πρόκειται για ένα λευκό δίσκο, ο οποίος βυθίζεται στη Θάλασσα, κρεμασμένος από ένα σχοινί. Η απόσταση από την οποία ο δίσκος δεν είναι πια ορατός, αποτελεί το βαθμό διαφάνειας της θάλασσας. Στη μεσόγειο ο βαθμός αυτός κατά μέσο όρο είναι 33 μέτρα .

Μέρος του άρθρου αποτελεί αντιγραφή από το βιβλίο του καθηγητή Ιχθυοπαθολογίας του πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης Γεράσιμου Πνευματικάτου, το οποίο δημοσιεύεται μετά από άδεια του προς το Aquazone.gr.

Τον ευχαριστούμε ιδιαίτερα για την συνεργασία και την υποστήριξη του.

πηγές:

-Nobert Zajac

-ΙΧΘΥΟΤΡΟΦΙΑ ΚΑΙ ΙΧΘΥΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ του Γεράσιμου Πνευματικάτου

  • Like 2
Link to comment
Share on other sites

Guest
This topic is now closed to further replies.
×
×
  • Create New...